Και… έζησαν αυτοί καλά;
Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα πλούσιο παζάρι ένας γέρος άντρας, καθισμένος σ΄ένα πορφυρό χαλί περίμενε υπομονετικά την πελατεία του. Γύρω του οι φορτωμένοι πάγκοι πουλούσαν χρυσό και ασήμι μπαχαρικά και σπάνια βιβλία. Ο γέρος από την άλλη δεν είχε τίποτα μπροστά του. Σύντομα, κόσμος άρχισε να συγκεντρώνεται γύρω του, παιδιά που τον κοιτούσαν σαν να ήταν ένα μυθικό πλάσμα, μεγάλοι με μάτια παιδικά, γυναίκες με ερωτηματικά στο βλέμμα. Και τότε μόνο ο άντρας άπλωσε στο παζάρι την πραμάτεια του: μια σειρά από παραμύθια που όμοια τους δεν είχαν ακουστεί ποτέ. Και όλοι, ακόμα και οι έμποροι από τους δίπλα πάγκους, άφησαν ότι έκαναν κι έμειναν να τον ακούνε. Ποια ήταν όμως η μαγεία που ασκούσε ο γέρος σε όσους πλησίαζαν το πορφυρό χαλί του;
Εννοιολογικά Στοιχεία του Παραμυθιού
Ως είδος το παραμύθι ανήκει στην προφορική ή λαϊκή λογοτεχνία με καταβολές σε όλες τις επικράτειες του κόσμου. Για πρώτη φορά στην Ευρώπη και συγκεκριμένα, στην επηρεασμένη από το κίνημα του ρομαντισμού, Γερμανία αποτυπώνονται λαϊκά παραμύθια προορισμένα για ενήλικες, με σκοπό την ενίσχυση της γερμανικής συνείδησης και τη μελέτη της γερμανικής γλώσσας. Οι αδελφοί Γκριμ (Jacob και Wilhelm Grimm) συλλέγουν και καταγράφουν λαϊκά δημιουργήματα, εγκαινιάζοντας πρώτοι την επιτόπια έρευνα.
(Παπακώστας, Γ., 1996, «Πρώτες προσπάθειες συγκέντρωσης παραμυθιών. Η περίπτωση του Νικολάου Πολίτη», στο Από το Παραμύθι στα Κόμικς, Οδυσσέας: Αθήνα)
Το παραμύθι είναι μία φανταστική προφορική διήγηση, που συνήθως αποτελείται από πολλά και διαδοχικά επεισόδια, τα λεγόμενα μοτίβα (το μοτίβο είναι μικρότερη αφηγηματική πρόταση που το συγκρατεί). Διαφέρει από το μύθο, γιατί αυτός είναι μια αλληγορική διήγηση, που έχει στόχο την ηθική διδασκαλία. Διαφέρει και από την παράδοση καθώς αυτή αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο γεγονός ή πρόσωπο, ή τόπο, και ο λαός την πιστεύει ως αληθινή. Το παραμύθι συγκινεί και ψυχαγωγεί όλους τους λαούς της γης από τα πανάρχαια χρόνια. Η υπόθεσή του δε δεσμεύεται από τόπο και χρόνο και τα πρόσωπά του είναι φανταστικά. Στα παραμύθια συναντάμε πλήθος από απίθανα και απίστευτα γεγονότα. Αυτά όμως που για το σημερινό άνθρωπο είναι φανταστικά, για τον πρωτόγονο αποτελούσαν τον αληθινό του κόσμο, όπως αυτός τον έβλεπε ή όπως τον εξηγούσε απλοϊκά. Όλος ο κόσμος του πρωτόγονου ανθρώπου, η θεωρία του για τη γέννηση του κόσμου, ο φόβος του για τα διάφορα φυσικά φαινόμενα, η πίστη του στη μαγεία, στη δεισιδαιμονία και στις υπερφυσικές ικανότητες των μάγων, η στενή του σχέση με τα ζώα, τα οποία θεωρούσε συντρόφους, τα όνειρα που τον μετέφεραν σε άγνωστους τόπους με τρόπο ανεξήγητο, πέρασε μέσα στα παραμύθια.
Ο τεράστιος όγκος του παραμυθιακού υλικού έχει ταξινομηθεί σύμφωνα με τη διεθνή κατάταξη των Aarne–Thompson σε 2.430 παραμυθιακούς τύπους. Παραμυθιακός τύπος είναι η αφηγηματική βάση πάνω στην οποία δομούνται οι παραλλαγές ενός παραμυθιού και απορρέει από τον συνδυασμό μοτίβων . Όταν δύο ή περισσότεροι παραμυθιακοί τύποι συνδυάζονται μεταξύ τους, το φαινόμενο, καθώς και η νέα παραλλαγή που προκύπτει, ονομάζεται συμφυρμός.
Τα παραμύθια δεν είναι απλές ιστορίες
Υπό την ακριβή έννοιά του το παραμύθι είναι μια σύντομη ή λαϊκή ιστορία που ενσωματώνει το έθος, το οποίο μπορεί να εκφραστεί ρητά στο τέλος του ως αξιωματική αρχή. Συγγενές του μύθου αλλά διαφοροποιημένο εννοιολογικά το παραμύθι είναι εξαρχής μια επινόηση, μια μυθιστοριογραφία, μια φαντασιακή αφήγηση που κάνει μεταφορική χρήση κάποιου ζώου ως κεντρικό χαρακτήρα του ή εισάγει στερεότυπους χαρακτήρες, όπως ο κατεργάρης. Πολύ συχνά γίνεται ανατρεπτική αλληγορία ενάντια στον φεουδαρχισμό ή την εκάστοτε άρχουσα τάξη, ή μια σύγκρουση του ανθρώπινου με το αόρατο βασίλειο. Προσωποποιεί και εξατομικεύει διαφορετικά στοιχεία πέρα από τη λογική του χώρου και του χρόνου και επεκτείνεται αδιάκριτα από τον οργανικό στον ανόργανο κόσμο από τον άνθρωπο και τα ζώα στα δέντρα, τα λουλούδια, τις πέτρες, τα ρεύματα και τους ανέμους.
Τα πιο γνωστά και αγαπημένα παραμύθια θα τα βρει κανείς να επαναλαμβάνονται όπου και να βρεθεί – και κάθε φορά θα τα ακούει με το ίδιο ενδιαφέρον, όπως κάνουν τα μικρά όταν ξεκινά για χιλιοστή φορά το ίδιο παραμύθι. Το γιατί ίσως να κρύβεται στις πηγές των μαγικών αυτών ιστοριών: από την Χιονάτη ως την Κοπέλα με τα ασημένια χέρια τα παραμύθια αρχικά δεν προορίζονταν για παιδιά, αλλά για τους ενήλικες, που ακούν για διασκέδαση όπως εμείς σήμερα παρακολουθούμε μια ταινία. Σαν αποτέλεσμα, αν και φαίνονταν απλά τα παραμύθια διηγούνταν κάτι βαθύτερο και με την χρήση συμβόλων που οι παραμυθάδες εφεύρισκαν σχεδόν αυθόρμητα, μετέφεραν το νόημα τους στο κοινό. Έτσι μια χτένα σήμαινε το σεξ, ένα δάσος την ενηλικίωση και ένα κόκκινο μήλο τον θάνατο…. Χάρη στα σύμβολα αυτά τα παραμύθια μπόρεσαν να διασχίσουν τα σύνορα του χώρου και του χρόνου και να μας μιλάνε ακόμα και σήμερα σε ένα επίπεδο που δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε αλλά ούτε και να του αντισταθούμε. Μπορεί ο παραμυθάς στο παζάρι να μας μιλάει για κορίτσια που χάθηκαν στο δάσος και γυάλινα γοβάκια, εμείς όμως ακούμε, μαγεμένοι εν αγνοία μας, μια πολύ διαφορετική ιστορία…
Το Απέραντο Δάσος των Συμβόλων
Ορισμένα από τα σύμβολα αυτά είναι κοινά σε όλα τα ευρωπαϊκά παραμύθια: το δάσος για παράδειγμα, συμβολίζει την ενηλικίωση και την αλλαγή – ίσως επειδή για τα παιδιά η είσοδος στο πυκνό δάσος ήταν απαγορευμένη. Ο πρίγκιπας που θα ξυπνήσει την Ωραία Κοιμωμένη μεταβάλλοντάς την από παιδί σε σύζυγο (και τον εαυτό του αντίστοιχα από πρίγκιπα σε βασιλιά) οφείλει να περάσει μέσα από ένα δάσος με τριανταφυλλιές. Επιβιώνοντας από την δοκιμασία αναδεικνύεται άξιος να την οδηγήσει -μέσα από τις ίδιες τριανταφυλλιές- στον πραγματικό κόσμο, τον κόσμο των ενηλίκων.
Ο μαγικός κόσμος των παραμυθιών, με τις πριγκίπισσες, τις μητριές, τα στοιχειωμένα δάση, τους σοφούς βασιλιάδες, τους νάνους και τις μάγισσες, υπήρξε άλλωστε πάντοτε, αναπόσπαστο τμήμα της παιδικής μας ηλικίας. Όταν μεγαλώνουμε όμως, κάποιοι τ’ αφήνουμε πίσω μας όλα αυτά και κάποιοι άλλοι όχι. Κάποιοι σκεφτόμαστε απλώς τα κρυφά νοήματά τους, τα μηνύματα που μας περνούσαν και κάποιοι πηγαίνουν ακόμα βαθύτερα. Ο παιδοψυχολόγος Μπρούνο Μπετελχάιμ, έκανε αυτό ακριβώς. Έγραψε ένα βιβλίο, για να βοηθήσει εμάς τους ενήλικες να κατανοήσουμε την αναντικατάστατη σημασία των παραμυθιών. Αποκαλύπτοντας μας, το αληθινό τους περιεχόμενο, μας δείχνει τον τρόπο που μπορούν να φανούν χρήσιμες για τα παιδιά οι ιστορίες αυτές, τους μηχανισμούς που δρουν συνειδητά ή υποσυνείδητα, για να τα στηρίξουν και να τ’ απελευθερώσουν τελικά απ’ τους φόβους και τις αγωνίες τους, για τον κόσμο που τα περιβάλλει.
(Μπρούνο Μπετελχάιμ “Η γοητεία των παραμυθιών – Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση” εκδόσεις “Γλάρος”.)
Ας κάνουμε μια διαφορετική ανάγνωση της “Κοκκινοσκουφίτσας”
“Η Κοκκινοσκουφίτσα είναι σε μεγάλο βαθμό ένα παιδί που παλεύει ήδη με τα προβλήματα της εφηβείας για τα οποία δεν είναι έτοιμη συναισθηματικά, επειδή δεν έχει ακόμα υπερνικήσει τις οιδιπόδειες συγκρούσεις της (…) Η Κοκκινοσκουφίτσα θέλει ν’ ανακαλύψει πράγματα, όπως υποδεικνύουν οι προειδοποιήσεις της μητέρας της να μην κρυφοκοιτάζει. Παρατηρεί ότι κάτι πάει στραβά όταν η γιαγιά της ‘φαίνεται πολύ παράξενη’, αλλά μπερδεύεται επειδή ο λύκος έχει μεταμφιεστεί με τα ρούχα της γιαγιάς. Η Κοκκινοσκουφίτσα προσπαθεί να καταλάβει όταν ρωτά τη Γιαγιά για τα μεγάλα αυτιά της, παρατηρεί τα μεγάλα μάτια, απορεί για τα μεγάλα χέρια, το φρικτό στόμα. Εδώ έχουμε απαρίθμηση των τεσσάρων αισθήσεων: ακοή, όραση, αφή και γεύση. Το παιδί της εφηβικής ηλικίας τις χρησιμοποιεί όλες για να κατανοήσει τον κόσμο(…) Ο κίνδυνος για την Κοκκινοσκουφίτσα είναι η σεξουαλικότητά της που τώρα μπουμπουκιάζει, για την οποία δεν είναι ακόμη αρκετά ώριμη συναισθηματικά (…) Σε όλη την “Κοκκινοσκουφίτσα”, στον τίτλο και στο όνομα του κοριτσιού, η έμφαση δίνεται στο κόκκινο χρώμα, που το φορά επιδεικτικά. Το κόκκινο είναι το χρώμα που συμβολίζει τα βίαια συναισθήματα, στα οποία περιλαμβάνονται σε μεγάλο βαθμό τα σεξουαλικά.
Ούτε η μητέρα, ούτε η γιαγιά μπορούν να κάνουν οτιδήποτε: ούτε να απειλήσουν, ούτε να προστατεύσουν Αντίθετα το αρσενικό είναι εξαιρετικά σημαντικό, διαιρεμένο σε δύο αντίθετες μεταξύ τους μορφές: τον επικίνδυνο αποπλανητή Λύκο, ο οποίος αν το κορίτσι ενδώσει, μετατρέπεται στον εξολοθρευτή της καλής γιαγιάς και του κοριτσιού, και στον Κυνηγό, την υπεύθυνη, δυνατή, σωτήρια πατρική φυσιογνωμία.
Όλοι αγαπούν την Κοκκινοσκουφίτσα, γιατί, αν και ενάρετη, μπαίνει στον πειρασμό και γιατί η μοίρα της μας λέει, ότι το να εμπιστευόμαστε τις καλές προθέσεις οποιουδήποτε φαίνεται καλός, είναι σαν να αφηνόμαστε να πέσουμε σε παγίδες. Αν δεν υπήρχε κάτι μέσα μας που να συμπαθεί τον μεγάλο, κακό λύκο, τότε αυτός δεν θα είχε καμιά εξουσία πάνω μας. Επομένως είναι σημαντικό να καταλάβουμε τη φύση του, αλλά ακόμη πιο σημαντικό είναι να μάθουμε τι τον κάνει ελκυστικό για μας. Όσο ελκυστική κι αν είναι η αφέλεια, είναι επικίνδυνο να παραμένει κανείς αφελής σε όλη του τη ζωή”.
Ο Χάνσελ και η Γκρέτελ θα εγκαταλειφθούν στο δάσος προκειμένου να μην αποτελούν βάρος για τους γονείς τους: επιβιώνοντας βασισμένοι στις δικές τους δυνάμεις και επιστρέφοντας στο σπίτι τους είναι πλέον σε θέση να αναλάβουν την φροντίδα των γονιών τους. Η Χιονάτη από παιδί θα χαθεί στο δάσος και θα αναλάβει στο σπίτι των νάνων ευθύνες ενήλικης γυναίκας σαν συνέπεια σύντομα θα γίνει σύζυγος του πρίγκιπα. Σε κάθε περίπτωση, το δάσος είναι μια μεταβατική κατάσταση στην οποία ο ήρωας πρέπει να κυριαρχήσει προτού μπορέσει να γίνει δεκτός στην κοινότητα με τον νέο του ρολό – το ταξίδι του ανάμεσα στα μαγεμένα δέντρα δεν είναι παρά μια μυητική τελετουργία ενηλικίωσης.
(Μπρούνο Μπετελχάιμ “Η γοητεία των παραμυθιών – Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση” εκδόσεις “Γλάρος”.)
Τα τριαντάφυλλα είναι τα πιο κοινά σύμβολα στα παραμύθια, κυρίως όσα έχουν πριγκίπισσες. Στο γνωστό παραμύθι η Πεντάμορφη και το Τέρας, ο πατέρας της Πεντάμορφης κλέβει ένα τριαντάφυλλο από τον κήπο του Τέρατος και αυτό καθορίζει τη μοίρα της. Η Ωραία Κοιμωμένη είναι γνωστή και σαν Briar Rose και σε πολλές εκδοχές τριαντάφυλλα με μεγάλα αγκάθια μεγαλώνουν και καλύπτουν το κάστρο. Τα τριαντάφυλλα είναι αρχαία θηλυκά σύμβολα, που σχετίζονται με την Αφροδίτη, τη Θεά του έρωτα και της ομορφιάς, αλλά και με την Παναγία, και ακόμα θεωρούνται λουλούδια της αγάπης, αλλά και αποκαλούνται βασιλιάδες των λουλουδιών.
Καθρέπτης: Έχουν συνήθως μαγικές ιδιότητες στα παραμύθια. Ο πιο γνωστός είναι αυτός που ανήκει στην Βασίλισσα στο παραμύθι της Χιονάτης, που της λέει την αλήθεια όταν τον ρωτάει κάτι. Υπάρχει ένας ολόκληρος χώρος στην Ωραία Κοιμωμένη που αποτελείται από καθρέπτες. Μερικές φορές αν κάποιος κοιτάξει μέσα από το γυαλί μπορεί να τον μεταφέρει σε άλλους κόσμους, αλλά αν ένα κομμάτι από τον καθρέπτη πέσει μέσα στο μάτι κάποιου, θα βλέπει μόνο το κακό και την ασχήμια του κόσμου, όπως στη Βασίλισσα του Χιονιού. Οι καθρέπτες συμβολίζουν την αλήθεια, την ματαιοδοξία και τη μαγεία. Μπορούν να σου δείξουν ποιός είσαι στα αλήθεια, αλλά και ότι δεν θέλεις να δείς.
Μήλο: Τα μήλα είναι από τα πιο παλιά και τα πιο ευρέως αναγνωρισμένα σύμβολα. Εμφανίζονται σε μύθους, θρύλους και παραμύθια σε όλη την Ευρώπη. Για παράδειγμα στο γνωστό παραμύθι της Χιονάτης. Επίσης εκτός από σύμβολο του θανάτου, θεωρείται σύμβολο της αιώνιας νεότητας σε μερικούς μύθους, αλλά και σύμβολο της απαγορευμένης γνώσης.
Παπούτσι: Το παπούτσι εμφανίζεται συχνά σαν σύμβολο στα παραμύθια. Γνωστό είναι το παραμύθι της Σταχτοπούτας στο οποίο χάνει το κρυστάλλινο γοβάκι της. Επίσης το μοτίβο του παπουτσιού εμφανίζεται και στο παραμύθι The twelve dancing princesses, αλλά και στα κόκκινα παπούτσια που σε κάνουν να χορεύεις ασταμάτητα, αλλά και στον Μάγο του Οζ, όπου η Ντόροθι φοράει τα μαγικά κόκκινα (ή πολλές φορές ασημένια) παπούτσια. Δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες για το συμβολισμό των παπουτσιών στους μύθους, γεγονός που τα κάνει ακόμα πιο μυστηριώδη. Μερικοί πιστεύουν ότι είναι σύμβολα μετάβασης και μεταμόρφωσης καθώς περνάμε από το ένα μέρος στο άλλο με αυτά.
Ροδάνι: Τώρα πια σχετίζουμε σχεδόν αβίαστα τα ροδάνια με τα παραμύθια αφού δεν υπάρχουν πλέον στα σπίτια μας. Οι κινούμενες ρόδες, τα ροδάνια, συμβολίζουν τη μοίρα, καθώς οι Τρεις Μοίρες είναι γνωστές σαν υφάντρες που υφαίνουν, ράβουν και κόβουν τις μοίρες των ανθρώπων. Το ροδάνι της στην Ωραία Κοιμωμένη βέβαια καθορίζει τη μοίρα της . Γενικώς τα ροδάνια στα παραμύθια συνδέονται με τις γυναίκες που δεν μπορούν να αλλάξουν τη μοίρα τους.
Χτένι: Άλλο ένα απλό, αλλά πολύ όμορφο αντικείμενο πολλές φορές. Αφού στις κοπέλες και τις πριγκίπισσες δίνονται μακριά μαλλιά, τις σχετίζουνε συχνά με χτένια. Οι σειρήνες και οι γοργόνες εμφανίζονται να κρατάνε χτένια και να φτιάχνουν τα μαλλιά τους, ενώ στη Χιονάτη η κακιά μάγισσα πρόσφερε εκτός από το μήλο ένα δηλητηριασμένο χτένι. Στην κινέζικη κουλτούρα θεωρείται ατυχία να σπάσουν τα δόντια από τη χτένα. Επίσης, στην Ραπουνζέλ, η μάγισσα που την κρατούσε φυλακισμένη της είχε δέσει τα μακριά μαλλιά της με χτένι. Τα χτένια εξημερώνουν και ομορφαίνουν τα ατίθασα μαλλιά, και μερικές φορές ”παγιδεύουν” και ”φυλακίζουν” το ίδιο καλά.
Γοργόνα: Οι γοργόνες και τα άλλα πλάσματα που το πάνω μέρος του σώματός τους είναι ανθρώπινο και το κάτω ανήκει σε κάποιο ζώο(όπως σε άλογο[κένταυροι], ή σε κατσίκα [φαύνοι]), συνήθως αντιπροσωπεύουν τα δύο μέρη της ανθρώπινης ύπαρξης: το σώμα και την ψυχή. Στο Μεσαίωνα, οι γοργόνες επίσης αντιπροσώπευαν τον Ιησού, που είχε αυτό που ονομάζεται ”διπλή φύση” που σημαίνει ότι ήταν Θεός και άνθρωπος μαζί.
Στην αρχαία ελληνική μυθολογία, ο κακός ανθρωποφάγος Μινώταυρος, είχε κεφάλι ταύρου και σώμα ανθρώπου.
Χρώματα: Άσπρο, κόκκινο, μαύρο. Η Βασίλισσα στο παραμύθι, ευχήθηκε να αποκτήσει ένα παιδί που να έχει δέρμα άσπρο σαν το χιόνι, κόκκινα χείλη σαν αίμα και μαύρα μαλλιά σαν τον έβενο. Το άσπρο συμβολίζει την αγνότητα και την πνευματικότητα. Το μαύρο το θάνατο και την θνητότητα, και το κόκκινο την αγάπη και το ανθρώπινο συναίσθημα.
Κουκουβάγια (το πρώτο από τα τρία πουλιά που ήρθαν να θρηνήσουν για τη Χιονάτη):Οι κουκουβάγιες μπορούν να αντιπροσωπεύουν το θρήνο(εξαιτίας της θρηνητικής κραυγής που βγάζουν),τη σοφία, τον Ιουδαισμό, και πιθανώς τις ελληνικές προχριστιανικές δοξασίες(η κουκουβάγια ήτα το ιερό πουλί της Αθηνάς).
Κοράκι (το δεύτερο πουλί):συμβολίζει τη θεία πρόνοια,. Επίσης πιθανώς αντιπροσωπεύει τις γερμανικές προχριστιανικές πεποιθήσεις, επειδή ο θεός Woden κουβαλούσε ένα κοράκι σε κάθε ώμο. Το ένα αντιπροσώπευε το μυαλό, το άλλο τη μνήμη.
Περιστέρι (το τρίτο πουλί):Το περιστέρι αντιπροσωπεύει το Χριστιανισμό και το Άγιο Πνεύμα. Επίσης μπορεί να αντιπροσωπεύει και την Ανάσταση.
Να Κοιμηθείς και να Ονειρευτείς
Ισχυρό σύμβολο στα παραμύθια είναι και ο ύπνος. Ένας χαρακτήρας που βρίσκεται σε λήθαργο αντιπροσωπεύει συνήθως την σεξουαλικότητα σε λανθάνουσα μορφή: τόσο η Ωραία Κοιμωμένη όσο και η Χιονάτη είναι σε βαθύ ύπνο μέχρι που ο πρίγκιπας με ένα φιλί τις συνεφέρνει και τις οδηγεί στον κόσμο της σεξουαλικότητας (και της ενηλικίωσης). Ένας άντρας σε λήθαργο, αντίθετα, είναι στο έλεος της σεξουαλικότητας του: ο πρίγκιπας στην Μικρή Γοργόνα ξεγελιέται από την ψευδοσωτήρα του όταν ξυπνάει ενώ συχνά δαιμονικές φιγούρες δεν αφήνουν τον ηρώα να κοιμηθεί εν ειρήνη στα λαϊκά παραμυθία καθώς γεμίζουν το μυαλό του με επιθυμίες.
Μέσα από αυτή την προσέγγιση των παραμυθιών, τι δηλαδή κρύβεται κάτω από τις απλές φαινομενικά ιστορίες και τι στην ουσία λαμβάνει ο ακροατής στο άκουσμά τους, προέκυψαν σκέψεις…
Ακόμα και σήμερα τα παιδιά μεγαλώνουν μέσα στο στενό πλαίσιο στερεοτύπων, καθορισμένων ρόλων στην κοινωνία, συγκεκριμένα πρότυπα (με λίγες εξαιρέσεις ανάλογα την οικογένεια). Οι ενοχές σε όλα τα επίπεδα κληροδοτούνται σαν «προίκα». Ενοχές ως προς την εμφάνιση, τη συμπεριφορά, την ίδια τη λειτουργία των σημερινών παιδιών και αύριο ενηλίκων στη ζωή τους. Μπορεί να αισθάνεται κανείς την «κάθαρση» όταν ο κυνηγός σκοτώνει τον «κακό» λύκο στην κοκκινοσκουφίτσα, όμως κοιτάζοντας την κάθε ιστορία μέσα από άλλο πρίσμα, διαπιστώνει ότι ακόμα και με τα παραμύθια καλλιεργούμε αυτά τα ίδια πρότυπα υποσυνείδητα στα παιδιά.
Έτσι προέκυψαν ερωτήματα… Κι αν στο παραμύθι της Ωραίας Κοιμωμένης ήταν ο πρίγκιπας που έπεφτε σε βαθύ ύπνο και όχι η βασιλοπούλα; Κι αν τελικά εκθρονιζόταν η τρελή βασίλισσα στην «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων» και στο θρόνο ανέβαινε το πιο ασήμαντο όλων, το πιόνι; Θα μαγευόταν από την ξαφνική δύναμη και θα διέταζε με τη σειρά του να πάρουν το κεφάλι όποιου του έφερνε αντίρρηση;
Αυτές οι σκέψεις, πήραν μορφή και γέννησαν μια σειρά έργων…
Και… έζησαν αυτοί καλά;
Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα πλούσιο παζάρι ένας γέρος άντρας, καθισμένος σ΄ένα πορφυρό χαλί περίμενε υπομονετικά την πελατεία του. Γύρω του οι φορτωμένοι πάγκοι πουλούσαν χρυσό και ασήμι μπαχαρικά και σπάνια βιβλία. Ο γέρος από την άλλη δεν είχε τίποτα μπροστά του. Σύντομα, κόσμος άρχισε να συγκεντρώνεται γύρω του, παιδιά που τον κοιτούσαν σαν να ήταν ένα μυθικό πλάσμα, μεγάλοι με μάτια παιδικά, γυναίκες με ερωτηματικά στο βλέμμα. Και τότε μόνο ο άντρας άπλωσε στο παζάρι την πραμάτεια του: μια σειρά από παραμύθια που όμοια τους δεν είχαν ακουστεί ποτέ. Και όλοι, ακόμα και οι έμποροι από τους δίπλα πάγκους, άφησαν ότι έκαναν κι έμειναν να τον ακούνε. Ποια ήταν όμως η μαγεία που ασκούσε ο γέρος σε όσους πλησίαζαν το πορφυρό χαλί του;
Εννοιολογικά Στοιχεία του Παραμυθιού
Ως είδος το παραμύθι ανήκει στην προφορική ή λαϊκή λογοτεχνία με καταβολές σε όλες τις επικράτειες του κόσμου. Για πρώτη φορά στην Ευρώπη και συγκεκριμένα, στην επηρεασμένη από το κίνημα του ρομαντισμού, Γερμανία αποτυπώνονται λαϊκά παραμύθια προορισμένα για ενήλικες, με σκοπό την ενίσχυση της γερμανικής συνείδησης και τη μελέτη της γερμανικής γλώσσας. Οι αδελφοί Γκριμ (Jacob και Wilhelm Grimm) συλλέγουν και καταγράφουν λαϊκά δημιουργήματα, εγκαινιάζοντας πρώτοι την επιτόπια έρευνα.
(Παπακώστας, Γ., 1996, «Πρώτες προσπάθειες συγκέντρωσης παραμυθιών. Η περίπτωση του Νικολάου Πολίτη», στο Από το Παραμύθι στα Κόμικς, Οδυσσέας: Αθήνα)
Το παραμύθι είναι μία φανταστική προφορική διήγηση, που συνήθως αποτελείται από πολλά και διαδοχικά επεισόδια, τα λεγόμενα μοτίβα (το μοτίβο είναι μικρότερη αφηγηματική πρόταση που το συγκρατεί). Διαφέρει από το μύθο, γιατί αυτός είναι μια αλληγορική διήγηση, που έχει στόχο την ηθική διδασκαλία. Διαφέρει και από την παράδοση καθώς αυτή αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο γεγονός ή πρόσωπο, ή τόπο, και ο λαός την πιστεύει ως αληθινή. Το παραμύθι συγκινεί και ψυχαγωγεί όλους τους λαούς της γης από τα πανάρχαια χρόνια. Η υπόθεσή του δε δεσμεύεται από τόπο και χρόνο και τα πρόσωπά του είναι φανταστικά. Στα παραμύθια συναντάμε πλήθος από απίθανα και απίστευτα γεγονότα. Αυτά όμως που για το σημερινό άνθρωπο είναι φανταστικά, για τον πρωτόγονο αποτελούσαν τον αληθινό του κόσμο, όπως αυτός τον έβλεπε ή όπως τον εξηγούσε απλοϊκά. Όλος ο κόσμος του πρωτόγονου ανθρώπου, η θεωρία του για τη γέννηση του κόσμου, ο φόβος του για τα διάφορα φυσικά φαινόμενα, η πίστη του στη μαγεία, στη δεισιδαιμονία και στις υπερφυσικές ικανότητες των μάγων, η στενή του σχέση με τα ζώα, τα οποία θεωρούσε συντρόφους, τα όνειρα που τον μετέφεραν σε άγνωστους τόπους με τρόπο ανεξήγητο, πέρασε μέσα στα παραμύθια.
Ο τεράστιος όγκος του παραμυθιακού υλικού έχει ταξινομηθεί σύμφωνα με τη διεθνή κατάταξη των Aarne–Thompson σε 2.430 παραμυθιακούς τύπους. Παραμυθιακός τύπος είναι η αφηγηματική βάση πάνω στην οποία δομούνται οι παραλλαγές ενός παραμυθιού και απορρέει από τον συνδυασμό μοτίβων . Όταν δύο ή περισσότεροι παραμυθιακοί τύποι συνδυάζονται μεταξύ τους, το φαινόμενο, καθώς και η νέα παραλλαγή που προκύπτει, ονομάζεται συμφυρμός.
Τα παραμύθια δεν είναι απλές ιστορίες
Υπό την ακριβή έννοιά του το παραμύθι είναι μια σύντομη ή λαϊκή ιστορία που ενσωματώνει το έθος, το οποίο μπορεί να εκφραστεί ρητά στο τέλος του ως αξιωματική αρχή. Συγγενές του μύθου αλλά διαφοροποιημένο εννοιολογικά το παραμύθι είναι εξαρχής μια επινόηση, μια μυθιστοριογραφία, μια φαντασιακή αφήγηση που κάνει μεταφορική χρήση κάποιου ζώου ως κεντρικό χαρακτήρα του ή εισάγει στερεότυπους χαρακτήρες, όπως ο κατεργάρης. Πολύ συχνά γίνεται ανατρεπτική αλληγορία ενάντια στον φεουδαρχισμό ή την εκάστοτε άρχουσα τάξη, ή μια σύγκρουση του ανθρώπινου με το αόρατο βασίλειο. Προσωποποιεί και εξατομικεύει διαφορετικά στοιχεία πέρα από τη λογική του χώρου και του χρόνου και επεκτείνεται αδιάκριτα από τον οργανικό στον ανόργανο κόσμο από τον άνθρωπο και τα ζώα στα δέντρα, τα λουλούδια, τις πέτρες, τα ρεύματα και τους ανέμους.
Τα πιο γνωστά και αγαπημένα παραμύθια θα τα βρει κανείς να επαναλαμβάνονται όπου και να βρεθεί – και κάθε φορά θα τα ακούει με το ίδιο ενδιαφέρον, όπως κάνουν τα μικρά όταν ξεκινά για χιλιοστή φορά το ίδιο παραμύθι. Το γιατί ίσως να κρύβεται στις πηγές των μαγικών αυτών ιστοριών: από την Χιονάτη ως την Κοπέλα με τα ασημένια χέρια τα παραμύθια αρχικά δεν προορίζονταν για παιδιά, αλλά για τους ενήλικες, που ακούν για διασκέδαση όπως εμείς σήμερα παρακολουθούμε μια ταινία. Σαν αποτέλεσμα, αν και φαίνονταν απλά τα παραμύθια διηγούνταν κάτι βαθύτερο και με την χρήση συμβόλων που οι παραμυθάδες εφεύρισκαν σχεδόν αυθόρμητα, μετέφεραν το νόημα τους στο κοινό. Έτσι μια χτένα σήμαινε το σεξ, ένα δάσος την ενηλικίωση και ένα κόκκινο μήλο τον θάνατο…. Χάρη στα σύμβολα αυτά τα παραμύθια μπόρεσαν να διασχίσουν τα σύνορα του χώρου και του χρόνου και να μας μιλάνε ακόμα και σήμερα σε ένα επίπεδο που δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε αλλά ούτε και να του αντισταθούμε. Μπορεί ο παραμυθάς στο παζάρι να μας μιλάει για κορίτσια που χάθηκαν στο δάσος και γυάλινα γοβάκια, εμείς όμως ακούμε, μαγεμένοι εν αγνοία μας, μια πολύ διαφορετική ιστορία…
Το Απέραντο Δάσος των Συμβόλων
Ορισμένα από τα σύμβολα αυτά είναι κοινά σε όλα τα ευρωπαϊκά παραμύθια: το δάσος για παράδειγμα, συμβολίζει την ενηλικίωση και την αλλαγή – ίσως επειδή για τα παιδιά η είσοδος στο πυκνό δάσος ήταν απαγορευμένη. Ο πρίγκιπας που θα ξυπνήσει την Ωραία Κοιμωμένη μεταβάλλοντάς την από παιδί σε σύζυγο (και τον εαυτό του αντίστοιχα από πρίγκιπα σε βασιλιά) οφείλει να περάσει μέσα από ένα δάσος με τριανταφυλλιές. Επιβιώνοντας από την δοκιμασία αναδεικνύεται άξιος να την οδηγήσει -μέσα από τις ίδιες τριανταφυλλιές- στον πραγματικό κόσμο, τον κόσμο των ενηλίκων.
Ο μαγικός κόσμος των παραμυθιών, με τις πριγκίπισσες, τις μητριές, τα στοιχειωμένα δάση, τους σοφούς βασιλιάδες, τους νάνους και τις μάγισσες, υπήρξε άλλωστε πάντοτε, αναπόσπαστο τμήμα της παιδικής μας ηλικίας. Όταν μεγαλώνουμε όμως, κάποιοι τ’ αφήνουμε πίσω μας όλα αυτά και κάποιοι άλλοι όχι. Κάποιοι σκεφτόμαστε απλώς τα κρυφά νοήματά τους, τα μηνύματα που μας περνούσαν και κάποιοι πηγαίνουν ακόμα βαθύτερα. Ο παιδοψυχολόγος Μπρούνο Μπετελχάιμ, έκανε αυτό ακριβώς. Έγραψε ένα βιβλίο, για να βοηθήσει εμάς τους ενήλικες να κατανοήσουμε την αναντικατάστατη σημασία των παραμυθιών. Αποκαλύπτοντας μας, το αληθινό τους περιεχόμενο, μας δείχνει τον τρόπο που μπορούν να φανούν χρήσιμες για τα παιδιά οι ιστορίες αυτές, τους μηχανισμούς που δρουν συνειδητά ή υποσυνείδητα, για να τα στηρίξουν και να τ’ απελευθερώσουν τελικά απ’ τους φόβους και τις αγωνίες τους, για τον κόσμο που τα περιβάλλει.
(Μπρούνο Μπετελχάιμ “Η γοητεία των παραμυθιών – Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση” εκδόσεις “Γλάρος”.)
Ας κάνουμε μια διαφορετική ανάγνωση της “Κοκκινοσκουφίτσας”
“Η Κοκκινοσκουφίτσα είναι σε μεγάλο βαθμό ένα παιδί που παλεύει ήδη με τα προβλήματα της εφηβείας για τα οποία δεν είναι έτοιμη συναισθηματικά, επειδή δεν έχει ακόμα υπερνικήσει τις οιδιπόδειες συγκρούσεις της (…) Η Κοκκινοσκουφίτσα θέλει ν’ ανακαλύψει πράγματα, όπως υποδεικνύουν οι προειδοποιήσεις της μητέρας της να μην κρυφοκοιτάζει. Παρατηρεί ότι κάτι πάει στραβά όταν η γιαγιά της ‘φαίνεται πολύ παράξενη’, αλλά μπερδεύεται επειδή ο λύκος έχει μεταμφιεστεί με τα ρούχα της γιαγιάς. Η Κοκκινοσκουφίτσα προσπαθεί να καταλάβει όταν ρωτά τη Γιαγιά για τα μεγάλα αυτιά της, παρατηρεί τα μεγάλα μάτια, απορεί για τα μεγάλα χέρια, το φρικτό
© 2020 eetf.uowm.gr